Χαμηλή Αυτοεκτίμηση
Τι σημαίνει αυτοεκτίμηση, αυτοπεποίθηση, αυτοεικόνα • Τι πλήττει την αυτοεκτίμηση • Θεραπευτική αντιμετώπιση χαμηλής αυτοεκτίμησης
“Η αλλαγή έρχεται όταν σταματάω να προσπαθώ να γίνω κάποιος άλλος από αυτό που είμαι, και γίνομαι ο εαυτός μου“
Arnold Beisser
Στην καθημερινότητά μας, βομβαρδιζόμαστε από μικρή ηλικία με συγκρίσεις, κριτική, και προτροπές να γίνουμε “πιο όμορφοι”, “πιο έξυπνοι”, “πιο αδύνατοι”, “πιο γρήγοροι” κλπ. Έτσι, ενώ μερικοί από εμάς εσωτερικεύουμε αυτές τις φωνές και μπαίνουμε σε έναν συνεχή αγώνα δρόμου να γίνουμε “καλύτεροι”, παρατηρούμε ότι κάποιοι άλλοι άνθρωποι παρόλο που απέχουν πολύ από τα όποια χαρακτηριστικά “τελειότητας” φαίνεται να είναι αρκετά πιο πλήρεις και ευτυχισμένοι στη ζωή τους. Παράλληλα συχνά ακούμε και χρησιμοποιούμε εκφράσεις όπως “αυτή έχει μεγάλη αυτοπεποίθηση”, “αυτός έχει χαμηλή αυτοεκτίμηση” ή μπορεί και να αναγνωρίζουμε αυτά τα χαρακτηριστικά σ’ εμάς τους ίδιους.
Τι σημαίνουν όμως έννοιες όπως αυτοεκτίμηση, αυτοπεποίθηση και αυτοεικόνα; Πώς διαμορφώνονται και πώς μπορούν να επηρεάσουν τη ζωή μας; Είναι δυνατόν να αντιμετωπίσουμε τη χαμηλή αυτοεκτίμηση και αυτοπεποίθηση και να βελτιώσουμε την εικόνα που έχουμε για τον εαυτό μας;
Αυτοεκτίμηση, αυτοπεποίθηση και αυτοεικόνα
Η αυτοεκτίμηση και η αυτοπεποίθηση συνδέονται άρρηκτα με τη συνολική άποψη και τη γενική εικόνα που έχω για τον εαυτό μου, το σύνολο δηλαδή των αντιλήψεων, πεποιθήσεων και συναισθημάτων που έχω για εμένα. Η έννοια του εαυτού δεν είναι κάτι στατικό, καθώς ταξιδεύοντας στον χώρο και τον χρόνο εξελίσσομαι, βιώνω νέες προκλήσεις και εμπειρίες, τις αφομοιώνω και αλλάζω. Ωστόσο, το σύνολο των απόψεων που διατηρώ για εμένα και ο τρόπος που αντιλαμβάνομαι τον εαυτό μου κάθε δεδομένη στιγμή επηρεάζει σημαντικά τη συμπεριφορά, τα συναισθήματα, τις αξίες, τους στόχους και τις φιλοδοξίες μου.
Τόσο η αυτοεκτίμηση, η αυτοπεποίθηση όσο κι η αυτοεικόνα, αντανακλούν την ανάγκη του ανθρώπου να γνωρίσει τον εαυτό του (να αποκτήσει το “γνώθι σαυτόν”) και να είναι αυθεντικός, αλλά και την τάση του να αυτοαξιολογηθεί ως κοινωνικό ον – ως μέλος δηλαδή ενός συνόλου. Η αυτοεκτίμηση ορίζεται ως μια αξιολόγηση που κάνει το άτομο για τον εαυτό του, η οποία εκφράζει μια στάση αποδοχής ή αποδοκιμασίας και δείχνει το βαθμό στον οποίο το άτομο πιστεύει ότι είναι ικανό, σημαντικό, επιτυχημένο και άξιο.
Ένα άτομο με υψηλή αυτοεκτίμηση είναι ένα άτομο με αυτοσεβασμό, ένα άτομο που θεωρεί τον εαυτό του αξιόλογο. Αντίστοιχα, ένα άτομο με αυτοπεποίθηση είναι ένα άτομο που έχει εμπιστοσύνη στον εαυτό του, αναγνωρίζει τα ταλέντα και τις δεξιότητές του, αποδέχεται τις αδυναμίες και τους περιορισμούς του, και χαρακτηρίζεται από μια θετική και αισιόδοξη στάση ως προς τη δυνατότητά του να διαχειρίζεται και να ορίζει τη ζωή του.
Η αντίληψη αυτή και η εικόνα του ατόμου για τον εαυτό του, σχηματίζεται διαχρονικά μέσα από τη σχέση του με το περιβάλλον και τους άλλους, και ιδιαίτερα με τους σημαντικούς άλλους.
Παράγοντες που συντελούν στη χαμηλή αυτοεκτίμηση και αυτοπεποίθηση
Παράγοντες που φαίνεται να πλήττουν την είκονα που έχουμε για τον εαυτό μας και να συντελούν στην ανάπτυξη χαμηλής αυτοπεποίθησης και αυτοεκτίμησης είναι:
- οι υπερβολικά υψηλές προσδοκίες ή αυστηροί κανόνες (που υιοθετούνται ή επιβάλλονται από γονείς, φίλους, σημαντικούς άλλους)
- η έμφαση στην αρνητική μόνο πλευρά των πραγμάτων
- η κριτική
- το τραύμα
- η μειωμένη έμφαση στα θετικά στοιχεία του εαυτού, στις επιτυχίες και τα επιτεύγματά του και στο καθρέφτισμά τους στο άτομο
- η παγίδα της σύγκρισης με τους άλλους
- ο ασπρόμαυρος τρόπος σκέψης (“όλα ή τίποτα”).
Όλα αυτά συνήθως χαρακτηρίζουν ένα μη υποστηρικτικό ή σε ορισμένες περιπτώσεις τοξικό περιβάλλον, το οποίο οδηγεί τον άνθρωπο να αναζητά το σημείο αναφοράς για την ύπαρξη και τη δράση του κάπου έξω απ’ τον ίδιο: στους άλλους, στο “τι θα πουν” και “πώς θα τον αξιολογήσουν“.
Μεγάλη σημασία φαίνεται να παίζει η ποιότητα της σχέσης με τις πρωταρχικές πηγές στήριξης που βίωσε το άτομο (γονείς ή φροντιστές) και συγκεκριμένα η ικανότητα του φροντιστή να ανταποκριθεί συναισθηματικά και να αντιδράσει επαρκώς στις ανάγκες του βρέφους/παιδιού. Άτομα που βίωσαν συναισθηματική στέρηση, έντονη ματαίωση και κριτική, έλλειψη αποδοχής και συναισθηματικής στήριξης τείνουν να εσωτερικεύουν την απόκριση που έλαβαν από τους γύρω τους. Καταλήγουν λοιπόν να την κάνουν κομμάτι τους και να την κουβαλάν ως έναν αυστηρό εσωτερικό κριτή.
Η χαμηλή αυτοεκτίμηση συχνά συνδέεται με την κατάθλιψη, το άγχος ή/και κάποια μετατραυματική διαταραχή, και συνοδεύεται από αισθήματα ντροπής και αυτοαπόρριψης.
Τα άτομα με χαμηλή αυτοεκτίμηση βιώνουν μια σημαντική διάσταση μεταξύ του “ποιός είμαι” και του “ποιος νιώθω ότι θα έπρεπε να ήμουν“. Δυσκολεύονται δηλαδή να αποδεχτούν τον εαυτό τους και νιώθουν ότι θα έπρεπε να είναι κάποιος άλλος, κάποιος “καλύτερος”, “εξυπνότερος”, “ομορφότερος” κλπ. Ο Χόρχε Μπουκάι, στο βιβλίο του “Να σου πω μια ιστορία” δίνει με πολύ απτό τρόπο φωνή στο επώδυνο βίωμα της χαμηλής αυτοπεποίθησης και της αυτοαπορριψης:
Όλα άρχισαν εκείνη τη γκρίζα μέρα
που αφέθηκες να πεις περήφανος
«ΕΓΩ ΕΙΜΑΙ !»
Και, ντροπιασμένος και φοβισμένος,
κατέβασες το κεφάλι
κι άλλαξες τα λόγια και τις πράξεις σου
με ένα καλό συλλογισμό:
«ΕΓΩ ΘΑ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΗΜΟΥΝ…»
Θεραπευτική αντιμετώπιση χαμηλής αυτοεκτίμησης
Η εικόνα που έχουμε για τον εαυτό μας και ο τρόπος που τοποθετούμαστε στις προκλήσεις της ζωής είναι κάτι που μπορεί να αλλάξει μέσα στο κατάλληλο υποστηρικτικό πλαίσιο. Η ψυχοθεραπεία μπορεί να βοηθήσει αποτελεσματικά τον άνθρωπο να αντιμετωπίσει τη χαμηλή αυτοεκτίμηση, να καλλιεργήσει την εμπιστοσύνη στον εαυτό του και να αναγνωρίσει την αξία και τη μοναδικότητά του. Η θεραπεία μπορεί να μας οδηγήσει σ’ εκείνο το “κλειδωμένο δωμάτιο” του σπιτιού που κρύβεται ο θησαυρός μας: η προσωπική μας δύναμη.
Μέσω της θεραπευτικής σχέσης, χτίζουμε ένα γόνιμο περιβάλλον στο οποίο ο θεραπευόμενος νιώθει ασφάλεια να μοιραστεί την ιστορία του και να εκφράσει τις πιο δύσκολες πλευρές του. Τον υποστηρίζουμε να παρατηρήσει την εσωτερική του διαμάχη, να αναγνωρίσει τον “εσωτερικό κριτή“, να τον αφουγκραστεί, και σταδιακά να ανοίξει το δρόμο για την ύπαρξη ενός “εσωτερικού υποστηρικτή“.
Κατά την θεραπευτική διαδικασία, καλλιεργούμε τη συμπόνια για τον εαυτό καθώς και το θάρρος να μην είμαστε τέλειοι. Μαθαίνουμε σιγά σιγά να διατηρούμε μια στάση κατανόησης, υπομονής και αποδοχής ακόμα και για τις ανεπάρκειες ή τις αποτυχίες μας. Αναγνωρίζουμε ότι οι δυσκολίες και τα λάθη είναι μέρος της ζωής και μας συνδέουν με τους άλλους, αντί να μας απομακρύνουν (πχ. όταν συγκρινόμαστε μαζί τους και όταν νιώθουμε ανώτεροι ή κατώτεροι).
Μέσω της ψυχοθεραπείας, αναπτύσσουμε τόλμη, αυτοσεβασμό, και αυτογνωσία: γνωριζόμαστε με τον εαυτό μας “όπως είναι”, απαλλαγμένο από γνωστικές διαστρεβλώσεις και ιδέες για το πώς “θα έπρεπε να ήταν”. Ανακαλύπτουμε το θησαυρό μας και χτίζουμε τις βάσεις για υγιή αυτοπεποίθηση και καλύτερη ποιότητα ζωής.
Στο Therapy Spot o τρόπος που προσεγγίζουμε τη θεραπευτική αλλαγή, την αυτοεκτίμηση και την επανασύνδεση με τον εαυτό και τη δύναμή μας είναι αυτός της ψυχοθεραπείας Gestalt. Έλα να ανακαλύψουμε μαζί τον δικό σου τρόπο να ανθίζεις! Επικοινώνησε μαζί μας για να αξιοποιήσεις τη δωρεάν συνεδρία γνωριμίας.
Βιβλιογραφία
Beisser, A. (1970) The Paradoxical Theory of Change. In: Fagan, J. and Shepherd, I.L., Eds., Gestalt Therapy Now, Harper & Row, New York, 77-80.
Bucay, J. (2008) Να σου πω μια ιστορία. Αθήνα: Opera.